Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2008

Ποιος είναι κουρλος?

Κουρλός : Τρελός.
Κουρλαίνομαι : Τρελαίνομαι.
bατσελάρω : Τρελαίνομαι

Σbαλιάρω : Τρελαίνομαι, μου στρίβει. Επίσης, κάνω λάθος.
Γλυκί : Σεληνιασμός (πχ "τον έπιασε το γλυκί του", δλδ σεληνιάστηκε). Μεταφορικώς, σημαίνει τον μεγάλο θυμό ή ότι κάποιος είναι νευρικός.
Γλυκιασμένος : Σεληνιασμένος, επιληπτικός (πχ "είναι γλυκιασμένος και κάθε τόσο τονε πιάνει").

Το όνομα "Γεράσιμος

Το όνομα "Γεράσιμος"......


 

Έχουμε, εμείς οι Κεφαλλήνες, μια διπλή ονοματική Ιδιοτυπία (κοντά στις άλλες), πού δεν είναι χωρίς σημασία για την πατριδική μας συνοχή, όσο και για τον άμεσο ξεχωρισμό μας από τους άλλους Συνέλληνες.

Είναι, πρώτα, τα επικρατούντα στο Νησί μας επώνυμα σε -ατός (με τα -άτα, των χωριών μας) κι' έπειτα το όνομα ((Γεράσιμος», πού το χρωστάμε στον Ιερό έποικο του Νησιού μας (από το 1559), τον άγιο Γεράσιμο Ν ο τ α ρ ά πού τόσο αγαπήθηκε και λατρεύτηκε, ώστε το βαφτιστικό όνομα του να θεωρείται σαν παρουσία και προστασία του ίδιου, στα σπίτια μας.

Είναι ζήτημα, αν ο Κορίνθιος (και βυζαντινής καταγωγής) ιερωμένος Νοταράς λεγόταν κι' ο ίδιος Γεράσιμος, πριν του δώσουν το προϋπάρχον αυτό ίερομοναχικό όνομα., στον "ΑΘω ή στα Ιεροσόλυμα, οπού πρωτοασκήθηκε.

Στά Ιεροσόλυμα ιδιαίτερα ήταν πολύ σεβαστός ο Όσιος Γεράσιμος,ο έν Ιορδάνη («αναχωρητής», πού έζησε 1100 χρόνια πριν από τον Νοταρά), και που ήδη οι Βυζαντινοί υμνωδοί του εσυνδύαζαν το όνομά του με το αρχαίο «γέρας» (βραβείο) και του το απένειμαν («Γ ε ρ α σί μ ω γ έ ρ ας»).

Ό όσιος Γεράσιμος Νοταράς από τα Τρίκαλα Κορινθίας (γεννήθηκε το 1509) έμεινε (κατά το Συναξάρι του) 12 χρόνια στην υπηρεσία του Ναού της Αναστάσεως, στα Ιεροσόλυμα, και έπειτα, περνώντας άνετα από τα Βενετοκρατούμενα ακόμη Νησιά : Κ ύ π ρ ο Κρήτη και Ζάκυνθο, ήρθε στην Κ ε φ α λ ο ν ι ά. με το γνωστό στάθμευμα της Λάσης, , κι έπειτα στα Ό μ α λ ά. Σημειώνουμε, ότι το Εκκλησιαστικό όνομα «Γεράσιμος» ήταν ήδη γνωστό στην Κεφαλονιά, από τον Μεγαλεπίσκοπο «των Ορθοδόξων»; Κεφαλληνίας, Ιθάκης , Ζακύνθου και Στροφάδων, (Κεφαλληνία) Γεράσιμον Λοβέρδον (1450 /Τσιτσέλης, Α', σ, 318). άλλα μόνο μετά την παρουσία, δραστηριότητα και άγιο - αναγνώριση του ασκητού Νοταρά, έγινε σχεδόν πάνδημο στην Κεφαλονιά (και Ιθάκη). Όπως είχε γίνει για τον παλαιό άγιο Γεράσιμο (του 5ου αιώνα), έτσι και τώρα οι Υμνογράφοι των Ακολουθιών του Νέου ασκητού, εσυνδύασαν με το «γέρας» (βραβείο) το όνομα του, και έγραψαν θριαμβικά :»Ήρατο Γεράσιμος γέρας άφθιτον εν Παράδεισω» — «Γέρα πρέπουσι Γερασίμω τω Νέω», αλλά εσκέφθηκαν και τη λέξη γήρας, με έννοια αντοχής, και του συνέθεσαν τον στίχο: Γέρας γεραρόν και άγηρον παρέχει κ.τ.λ. (Θα μπορούσε να ετυμολογήσει κανείς το Γεράσιμο< και ως γηράσιμος, με την καταληκτική ευχή της μακροζωίας. Έχουμε όμως ισχυρότερο το ρήμα γεραίρω (υμνώ, βραβεύω), με μέσον αόριστο εγερασάμην, πού είναι πιο ιερατικό). Σημειώνω, συγγενικά, και το αρχαίο επίθετο «γ εράσμιος» (Ιερός, σεβαστός, πού το βρίσκουμε στον Ευριπίδη (Φοίνισσες - Ικέτιδες) και πού οι Έλληνες Ορθόδοξοι κληρικοί το εχρησιμοποίησαν στις Ιεραρχικές προσφωνήσεις τους : Ή Υμετέρα γερασμία Μακαριότης, κ.λπ. Βραβεύσιμος λοιπόν, για τον ασκητισμό και τις κοινωνικές (και οικολογικές, θα λέγαμε σήμερα) δραστηριότητές του, από το Μοναστήρι του στα Ομαλά, ήταν κατά τους Υμνογράφους του ο άγιός μας, και άξιος τιμών. Ας γνωρίζουμε την έννοια αυτή του ονόματός του, και ας την ευχόμαστε και στους «Γεράσιμους» των οικογενειών μας : να είναι πάντα β ρ α β ε ύσιμοι, για τον χαρακτήρα και τη σταδιοδρομία τους. Ας δούμε, τώρα, και την εξάπλωση του ονόματος αυτού, ως βαφτιστικού κατά προτίμηση, στην Κεφαλληνιακή κοινωνία.

Ήδη από τον θάνατο του Ασκητού και Ηγουμένου των Ομαλών (το 1579), αλλά ιδιαίτερα μετά την Ανακήρυξή του ως αγίου, από το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως (το 1622), το όνομα «Γεράσιμος» άρχισε να «εκλαϊκεύεται», όσο εμεγάλωνε ο μεταθανάτιος «θρύλος» του νέου 'Αγίου, πού οι δύο ανακομιδές του λειψάνου του (1581 και 1582) τον έδειχναν «ζώντα» και επομένως προσβάσιμο προστάτη και εισακουστή.

Το Μοναστήρι, πού οργάνωσε, πού έζησε, και πού κρατούσε «άλυωτο» το λείψανο του, έγινε Κέντρο προσκυνήματος και ανανεωμένης λατρείας, πολύ περισσότερο πού η τοποθεσία του ήταν στη μέση του Νησιού, κάτω από τον Αίνο, και σε μια πεδιάδα γαλήνης και απομόνωσης.

Με το προσκύνημα, ιδιαίτερα της καλοκαιρινής Μνήμης του αγίου (16 Αύγ.), ήταν φυσικό να παρουσιαστούν και τα πρώτα βαπτίσματα Γ ε ρ α σ ίμ ω ν (ή και Γερασιμούλας) των νεογέννητων παιδιών. Θα πρέπει να ερευνηθούν στα σχετικά αρχεία γεννήσεων και βαπτισμάτων (όχι μόνο στο Μοναστήρι, αλλά σιγά - σιγά σε όλη την Κεφαλονιά), από πότε άρχισε να γίνεται συχνότερο το όνομα «Γεράσιμος».

Βαφτίσια γίνονταν τότε και στα σπίτια, με πρόθυμους, τον ιερέα και τον νουνό. να δέχονται την επιθυμία των γονέων, για το «Γεράσιμος

»2. Οι πρώτες περιπτώσεις της ονομασίας του «Γεράσιμος», παρουσιάζονταν, στις λαϊκότερες τάξεις και όχι στις αρχοντικές, πού θα ήταν δυσκολότερες. Άλλωστε και ο νέος άγιος δεν ήταν Μεγαλόσχημος κληρικός, άλλα απλός Ιερομόναχος, πού τον έλεγαν και «Καλόγηρο», Έτσι ίσως εξηγείται, γιατί, από τον θάνατο του ως σήμερα, δύο μόνο «Γεράσιμους» Επισκόπους του Νησιού μας έχουμε, τον Γεράσιμο Κλάδα, ταπεινόν εφημέριο του Κάστρου, πού ξαφνικά έγινε Αρχιεπίσκοπος το 1782, και. τον αξέχαστο Γεράσιμο Δ ό ρ ι ζ α, το 1893.

Στα ποικίλα ονόματα διαπρεπών (κοσμικών) Κεφαλλήνων, πού βιογραφήθηκαν, κατά καιρούς, από τους : Πινιατόρο Μαζαράκη και Τ σ ι τ σ έ λ η, ο πρώτος αιώνας, μετά τον θάνατο του αγίου Γερασίμου (ως το 1700), καθόλου ή ελάχιστους «Γεράσιμους» παρουσιάζει. Σημειώνω έναν Γεράσιμο Καρδάκη, Νοτάριο στη Θηνιά, το 1615 (πριν αγιοποιηθεί επίσημα ο Ασκητής), έναν Σύνδικο στο Κάστρο, το 1655, Γεράσιμο Κόκκινο, κι' έναν επίσης Νοτάριο, στην Ανωγή της Παλικής (το 1688)) Γεράσιμο Μαυροκέφαλο. Έχουμε, στον αιώνα αυτόν, και κληρικούς Μοναστηριών του Νησιού μας, όπως: των Όμαλών (1649), του Ταφιού (1654) και των Σισίων (1682). Εντυπωσιακή για τον ίδιον αιώνα, (προς το τέλος), είναι και η πρώτη παρουσία βαπτίσματος αποδήμων της Κεφαλονιάς, με το όνομα «Γεράσιμος», πού σημειώνεται για το παιδί, του περιπετειακού Κωνσταντίνου Γεράκη, πού, φτασμένος σε ύψιστα αξιώματα στοΣιάμ, και παντρεμένος με Σιαμαία Καθολική, εβάφτισε. τον γυιο του, «Γ ε ρ ά σ ι μ ο» (περί το 1683), όπως μας πληροφορούν οί βιογράφοι του. (Το αναφέρει και ο Ρίζος Ραγκαβής, στο "Libro d' oro" των Ευγενών τον Ιονίου (1925), στο επώνυμο Γεράκης). Από το 1700 και έπειτα, τα δείγματα «Γερασίμων» γίνονται περισσότερα, άλλα όχι πυκνά.

Ό Ηλίας Τσιτσέλης π.χ. μας δίνει περί τους 15 αξιολογούμενους Γεράσιμους (1700 - 1800), από τους οποίους πρώτος αναφέρεται (το 1718) ο λόγιος ιερέας Γεράσιμος Φωκάς, πού διέδωσε κι αυτός το νέο όνομα έξω από την Κεφαλονιά, στη Β εν ε τ ία, όπου εφημέρευσε στον Αγ. Γεώργιο της Ελλ. Κοινότητας, και στη Μόσχα, όπου έγινε εφημέριος της Αυλής και εξομολόγος του Μεγάλου Πέτρου (τόμ. Α', σ. 789).Στα αρχεία όμως της Οικογένειας Μ π λέ σ σ α, πού δημοσιεύτηκαν από τον καθ. Γ. Πετρόπουλο (της Νομικής Σχολής) το 1962, διαπιστώνουμε, για τον αιώνα 1700 - 1800, περισσότερες περιπτώσεις Γερασίμων, και μάλιστα λαϊκότερες, αφού παρουσιάζονται ως μάρτυρες στα δικαιοπρακτικά έγγραφα, με τον χαρακτηρισμό κάποτε «καλοί γέροντες».

Παράλληλα προς το όνομα «Γεράσιμος», παρουσιάζεται, στους αιώνες αυτούς στην Κεφαλονιά (και άλλου), το όνομα «Γ ε ρ ό λ υ μ ο ς» (από το εκκλησιαστικό Ιερώνυμος), πού είναι ηχητικά συγγενικό, καθώς είναι παρμένο από το ιταλικό Girolamo, πολύ συχνό στους Καθολικούς. Είπαν και στην Κεφαλονιά το Γερόλυμος, που έδωσε και το επώνυμο Γερολυμάτος. Στις σχετικές έρευνές μου, για την παρουσία και των δύο αυτών ονομάτων, μετά το 1600, βρήκα 15 Γερόλυμους στους 5 Γεράσιμους (1600 - 1700) και 16 Γερόλυμους στους 15 Γεράσιμους, του 1700 - 1800). Υποψιάζομαι, ότι το «Γερόλυμος» αυτό εκάλυπτε, για τις «Δημόσιες» υπηρεσίες (πού είχαν βενετσιάνικη φρασεολογία), το καινοφανές τότε όνομα «Γεράσιμος», ακόμα και όταν ο χωρικός επέμενε στο δικό του. Βρίσκουμε μάλιστα στον Τσιτσέλη (Β', σ. 287) μια περίπτωση κληρικού, του Ηγουμένου των Σισίων (1682), πού ονομάζεται Γεράσιμος ή Ιερώνυμος Κουλουμπής . Έχω κι' ο ίδιος μια πρόσφατη εμπειρία φίλου μου, Κεφαλλήνος Γερασίμου, στη Γαλλία, πού, για να απλουστεύει τις δημόσιες και ιδιωτικές σχέσεις του, ονομαζόταν Jerome. (Στην Αμερική, θα έλεγε Jerry). Σημειώνω και, για το επώνυμο Γερολυμάτος, στην Κεφαλονιά, ότι είναι, και στατιστικώς πυκνότερο από το Γ ε ρ α σ ι μ, ά τ ο ς. Ίσως οι Γεράσιμοι ν' απέφευγαν τη διπλονομασία του : «Γ ε ρ ά σιμός Γερασιμάτος. Με το πέρασμα στον 19ον αιώνα (από το 1800), όλα γίνονται ελληνικότερα στην Επτάνησο, ή λιγότερο βενετσιάνικα. Το πλησίασμα της ανεξαρτησίας ρίχνει ένα φως ελληνικότητας στην Ιόνια γλώσσα και ορολογία. Το Γερόλυμος (και Γερόλαμος) υποχωρούν στο Γεράσιμος, που είναι ορθόδοξο όνομα και ελληνοπρεπές, Η λατρεία άλλωστε του Αγίου μας έχει περάσει και στις αρχοντικές κοσμικές τάξεις, και είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του Ανδρέα Λασκαράτου , πού, ενώ δεν ήταν υμνητής του ασκητισμού, είχε πατέρα Γεράσι μ ο, και ο ίδιος εβάπτισε τον γυιό του Γεράσιμο, περίπου το 1850, στο Αργοστόλι.

Γενικά, μέσα στον αιώνα αυτόν (1800- 1900), το όνομα Γεράσιμος άπλώθηκε σ' όλες τις κοινωνικές τάξεις του Νησιού (και στην άμεσα γειτονική Ιθάκη), ώστε να έχουμε όχι μόνο Μαστρογεράσιμους και Μ π α ρμπαγεράσιμαυς, άλλα και Σιόρ-Γεράσιμους και Γ ε ρ ασ ι μ ά κ η δ ε ς, όπως τους έλεγαν στις αρχοντικές οικογένειες, των Δελαδέτσιμα, Ίγγλέση, Κεφαλά, Κουντούρη, Λιβαδά, Μαζαράκη, Μεταξά, Πινιατόρου, Πoταμιάνου, Πόγγη, Φωκά κ.ά., αλλά και Καπιτά- Γεράσιμους, όσους (Θιακο - Κεφαλονίτες) αναδεικνύονταν ναυτικοί και εφοπλιστές, όπως στις Οικογένειες Λικιαρδόπουλων, Βεργωτήδων και Βλασσόπουλων, πού έδιναν κάποτε και στα πλοία τους (όπως οι φτωχοί στις βάρκες τους) το όνομα «Άγιος Γεράσιμος». Στο μεταξύ απλωνόταν ή «γνωριμία» και η λατρεία του Όσιου των Ομαλών στην απέναντι Στερεά Ελλάδα, από οπού είχε πλήθος προσκυνητών (το καλοκαίρι), από Πρέβεζα ως Μεσολόγγι (κι από Λευκάδα), ώστε να πληθαίνουν και τα βαφτίσια στους χώρους αυτούς με το όνομα Γεράσιμος (επιθυμία γονιών ή και πρωτοβουλία νουνών. Να πούμε τώρα και τα «λαογραφικά» του ονόματος. Όλα τα ονόματα των ανθρώπων έχουν συνήθως μια γλωσσοπαικτική μεταχείρηση, από τους άλλους σοβαρή ή αστεία. Το «Γεράσιμος» παίζεται στην Κεφαλονιά με το «γεράζω», και όταν ρωτάνε ένα παιδί «πώς το λένε» και λέει «Γεράσιμος» του εύχονται : «Μπράβο, αφέντη μου, να ζήσεις και να γελάσεις». Λένε όμως και στους λοξάτους ηλικιωμένους : «.Γεράσιμε, που εγέρασες, και πού μυαλό δεν έβαλες!» Λογοπαίζουν επίσης, και στ' αστεία, με όσους έχουν το όνομα αυτό (κι είναι και λίγο δύσκολοι), και τους λένε :Γεράσιμε, Γεράσιμε, γουρούνία ν αγοράσουμε (με παρήχηση του γ-ρ-σ). Κάποτε και στις συζυγικές διενέξεις, η Γερασιμίνα (ή Γερασιμάκαινα) σύζυγος, παραπονιέται για τους διαφορετικούς τρόπους του άντρα της, και του λέει : - Γεράσιμε., Γεράσιμε, τίνος ανθρώπου μοιάζεις; στον κόσμο γέλια και χαρές, στο σπίτι όλο γκρινιάζεις! Έχουν όμως και την τιμητική τους, με τα Κάλαντα των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, οι «Γερασιμάδες της Κεφαλονιάς», όταν οι κανταδόροι της βραδυάς, τους εύχονται, όλο γλύκα : Με τρία γράμματα χρυσά γράφεται τ' όνομα σου, Γερασιμάκη, αφέντη μου, καλησπερίσματά σου! Εκοίταξα στον ουρανό κι είδα σταυρό στη μέση, κι απ όλα τα ονόματα «Γεράσιμος» μ' αρέσει,' Καμαρώνεται όμως. και μόνος του ο νεαρός Γεράσιμος, στα ερωτικά, του ή χορευτικά τραγούδια, λέγοντας : Γεράσιμο με λένε, Μεμά με κράζουνε. τ' ακούνε τα κορίτσια, κι' αναστενάζουνε! (Αυτό όμως το λένε, καμαρώνοντας τ' αγόρια τους τραγουδιαστά, και οι μητέρε ς τους).

Θα τελειώσουμε, ρίχνοντας μια γενικότερη ματιά στην ψυχολογική θέση πού

έχει πάρει το όνομα Γεράσιμος, πανελλήνια. Είναι γνωστό, ότι οι μη Κεφαλλήνες συγγραφείς και δημοσιογράφοι (καθώς και όλη η έξωκεφαλονίτικη «κοινή γνώμη») συνηθίζουν ν' αποδίδουν ό,τι παράξενο ή και έξυπνα αστείο έχουν να πουν για τους Κεφαλονίτες, στο όνομα «Γεράσιμος». Τα περισσότερα ανέκδοτα, για ναυτικούς ή ταξιδεμένους Κεφαλονίτες, στα πέρατα της Γης (από τους Ωκεανούς και τους Πόλους, ως τις ζούγκλες της Αφρικής), αρχίζουν με τη φράση : Ένας Κεφαλονίτης Γεράσιμος. . . . και δείχνουν κάποια ιδιοτροπία ή εξυπνάδα του, σε ώρες κινδύνου. Πολλά επίσης ανέκδοτα αναφέρονται στην παρουσία των «Γεράσιμων» στον στρατό (από τους πολέμους του 1912) και στα ναυτικό. Πρόκειται πάντα για έναν τύπο με πρακτικό μυαλό, ετοιμόλογο, ορθολογικό , αλλά και θαρραλέον σε λύσεις και απαντήσεις. Κάποτε υπολογιστικόν, αλλά και φιλότιμο. Στη Νεοελληνική λογοτεχνία, παρουσιάζεται με ποικίλους τρόπους και χαρακτήρα, πάντα όμως αξιοπρόσεχτους. Ό Καρκαβίτσας, στα «Λόγια της πλώρης» (το 1899), παρουσιάζει έναν «Γεράσιμο» νευρικό, ευερέθιστο και εκδικητικό, πού κάπως τον υπερβάλλει, άλλα και τον προβάλλει, Ό Γ ι ά ν νη ς Βλαχογιάννης (το 1927) δίνει στην «Ιστορική Ανθολογία» του, τον βλάστημο πάντα Κεφαλονίτη, να είναι έξυπνος και διασκεδαστικός : Ό ναυτικός [Γεράσιμος] έπεισε κάποτε τον θεοσεβούμενο καπετάνιο του να β λ α σ τ η μ ή σ ε ι, για να ξεθυμάνει από μία αγωνία κινδύνου των, τρικυμίας. Κι' εσώθηκαν Κι' ένας άλλος ναυτικός Κεφαλονίτης, σε μεγάλη φουρτούνα, τάζει στον άγιο Νικόλα μια λαμπάδα «σαν το κατάρτι», για να σωθούνε. Του λέει ο συμπλεούμενος: «Μωρέ Γεράσιμε, που θα 'βρεις τα λεφτά για τόσο τάμα; Κι' άπαντα ό Γεράσιμος : Μεδά θα βρεθεί μάστορας για τόσο κερί !. . . (Ίστορ, Ανθολογία, σελ. ιδ'). "Εχει γράψει και ο δημοσιογράφος Γ. Φτέρης-Τσιμπιδάρος (περί το 1930 ατό «Βήμα»;) ένα χαριτωμένο χρονογράφημα : «Οι απανταχού Γεράσιμοι» (αν και δεν ήταν Κεφαλονίτης). Άλλα ας δούμε τι γίνεται καί στον μέσα χώρο της Κεφαλονιάς. Θα περιλάβω σ' αυτόν και τη θυγατρική Ιθάκη, πού έχει τα ίδια βιώματα. Οί «Θιακοκεφαλονίτες», λοιπόν, λατρεύουν τον άγιο Γεράσιμο, σαν να είναι και ο κοινός τους «Έ π ί σ κ ο π ο ς», αφού αλλιώς, οι Θιακοί υπάγονται στον Δεσπότη Λευκάδος. Το κάθε σπίτι, και στα δύο Νησιά, έχει. κι έναν Γεράσιμο (έστω και πατρογονικά), σύμβολο της λατρείας αυτής. Όσοι νεώτεροι άγιοι κι αν καθιερωθούν, και στο ένα Νησί και στο άλλο, δεν «πιάνουν» τα αισθήματα της παραδοσιακής λατρείας, πού τρέφουν για τον Άγιο των Ομαλών. Είναι μία «οικεία» πίστη, που αναθερμαίνεται με την παράδοση των γενεών και με τη διάρκεια των προσκυνημάτων τους. Το να διατηρούμε, στα σπίτια μας, το όνομα «Γεράσιμος» (και να το «γιορτάζουμε», (χωρίς ν' απουσιάζουμε την ημέρα της Γιορτής του, ή να κατεβάζουμε το ακουστικό), είναι μια φροντίδα, για την πατριδική μας ταυτότητα. Στον πληρωθισμικό, από κάθε άποψη, κόσμο των χρόνων μας, μας χρειάζεται ο στενότερος τοπικός δεσμός των ευχών, για να μη «χανόμαστε». Και οι «Γεράσιμοι» της Κεφαλονιάς, ας σκέφτονται τα Ομαλά, όπως σκέφτονται και τον Αίνο (του «Μεγάλου» βουνού μας), και ας καμαρώνουν, που μένουν θεματοφύλακες της ονοματικής αυτής παράδοσής μας. Απευθύνομαι και στους αποδήμους των μακρινών χωρών και ηπείρων, που κι αυτοί δίνουν το «παρών» τους με το όνομα «Γεράσιμος», τιμώντας νομίζουμε και την ελληνική τους ταυτότητα. Ας είναι, λοιπόν, καλά οι «απανταχού Γεράσιμοι», και οι Οικογένειες όλων, και η Κεφαλονιά μας.

Καθηγητης ΔΗΜ. ΛΟΥΚΑΤΟΣ

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΕΦΑΛΛΟΝΙΤΗΣ

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΕΦΑΛΛΟΝΙΤΗΣ:( ΓΡΑΦΕΙ Ο ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ ΑΠΟΣΤΟΛΑΤΟΣ)

Η πρωτοβουλία του Προέδρου της Κεφαλληνιακής Αδελφότητας Αθηνών κ. Σπύρου Μπεκατώρου να θυμηθούμε και να γιορτάσουμε τα 100 χρόνια από την ίδρυση του ιστορικού Σωματείου, μας βάζει στο πειρασμό να προβούμε σε μια αυτοκριτική διερεύνηση ποιος είναι άραγε ο Κεφαλλονίτης.

Είναι αυτά για τα οποία κάποιοι από μας κορδωνόμαστε τεντώνοντας το ανάστημά μας;

Είναι άραγε τα άλλα που οι τρίτοι μας μέμφονται και μας κατηγορούν;

Είναι οι Κεφαλλονίτες μια ιδιαίτερη φυλή, έθνος, λαός, κάστα που δεν ταυτίζονται, που δεν συγχροτίζονται εύκολα με τους επίλοιπους Έλληνες;

Αληθεύει ο στίχος του λαϊκού ποιητή που χαρακτήρισε τον Κεφαλλονίτη «ο δι' ακατανόητου κι επιτήδειου τρόπου πουλάει τόναν άνθρωπο του αλλουνού αθρώπου;»

Είχε δίκαιο εκείνος ο Ενετός Proveditore που τον έστειλε η Γαληνότατη στα 1600 στη Κεφαλλονιά για να εξακριβώσει πως αυτό το μεγάλο νησί δεν παράγει τίποτε και δεν στέλνει φόρους στο Δόγη;

Για να απαντήσει στο Υπόμνημα του: Σ' αυτό το νησί δεν βρήκα αγρότες. Υπάρχουν μόνο πειρατές και τυχοδιώκτες.Πόσο άραγε δίκιο είχε το 1909 η τότε και σήμερα μεγάλη ιταλική εφημερίδα «Corriere della sera» όταν περιέγραψε το αποτυχημένο αντικίνημα του Κεφαλλονίτη υποπλοιάρχου Κωνσταντίνου Τυπάλδου-Αλφονσάτου που βούλιαξε τρία βοηθητικά πολεμικά πλοία και συνεπέρανε για τον «Κεφαλλονίτη πραξικοπηματία ότι κατάγεται από ένα νησί όπου η τρέλα είναι ένα συνηθισμένο φαινόμενο».

Πόσο παράλογη ήταν ακόμα η απόφαση των Ληξουριωτών να γίνουν ανεξάρτητο κράτος και κυβέρνηση στα πλαίσια της Ιονίου Πολιτείας το 1802 που ανάγκασε τον νεαρό τότε Ιωάννη Καποδίστρια να μείνει έξι μήνες στην Κεφαλλονιά για να τους συνετίσει και να ακούσει το πιο απίστευτο επιχείρημα για τη χωριστή επικράτεια: ότι τους χωρίζει από το Αργοστόλι τρικυμιώδης θάλασσα τριών μιλίων!

Δικαιολογείται η απόφαση του θεού να μας στείλει για προστασία μας έναν Αγιο που «δαιμονόντας ιάται».

Είμαστε άραγε τόσο βλάσφημοι αφού οι κανταδόροι μας το επιβεβαιώνουν «όλη μέρα βλαστημάμε και το βράδυ τραγουδάμε»;

Πώς συνυπάρχει στο νησί η βλαστήμια με τη πίστη στον Αγιο Γεράσιμο που ανάγκασε τον Υπουργό Παιδείας γιατρό Ριχάρδο Λιβαθινόπουλο το 1934 να πεί σε επισκέπτες του που του ζητούσαν ρουσφέτια: «Δεν γίνεται, όχι ο θεός να το πεί ούτε και ο Αγιος Γεράσιμος».

Και πώς αυτή η λατρεία προς τον Άγιο δεν περιορίζει τα αμέτρητα ανέκδοτα για τα ψεύτικα τάματα, που κάνουν οι Κεφαλλονίτες στη χάρη Του όταν τάζουν να ανέβουν χιλιόμετρα μέχρι το βουνό πατώντας βασανιστικά σε σκληρά ρεβίθια που φροντίζουν όμως να τα βράσουν, προηγουμένως!

Κι αυτές οι ατέλειωτες ιστορίες, άλλοτε αληθινές άλλοτε ψεύτικες έδωσαν την ευκαιρία κάποτε στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, σε ταξίδι του στο Καναδά, να δώσει εύθυμη νότα σε ομιλία του. Διηγήθηκε για τον ταγματάρχη του Στρατού του Νότου, κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου στις Ηνωμένες Πολιτείες ότι αναφώνησε το «Άγιε Γεράσιμε» προ του εκτελεστικού αποσπάσματος και ο ταγματάρχης των Βορείων που θα τον εκτελούσε να τρέχει να τον αγκαλιάσει και να τον πληροφορεί ότι: «κι εγώ Κεφαλλονίτης είμαι»

.Πολλά από τα όσα προβάλουμε και υπερηφανευόμαστε κάποιοι τα θεωρούν Κεφαλλονίτικα εφευρήματα.

Ο φίλος μου Πρόεδρος της Alpha Bank Γιάννης Κωστόπουλος μού τηλεφώνησε κάποτε έκπληκτος και εντυπωσιασμένος.

Η ιστορία που του είχα διηγηθεί ήταν αληθινή.

Ο Κεφαλλονίτης μηχανικός και σύμβουλος της Μεγάλης Αικατερίνης Μαρίνος Χαρμπούρης κατάφερε στα 1770 να μεταφέρει βράχο 2000 τόνων από τη Φινλανδία στην Αγία Πετρούπολη εκεί όπου έχει τοποθετηθεί το άγαλμα του Μεγάλου Πέτρου.

Η Ρωσίδα ιστορικός ξεναγός που τον συνόδευε στο ταξίδι του επιβεβαίωσε τον άθλο του Κεφαλλονίτη, του ανθρώπου που σήκωσε ποτέ το μεγαλύτερο βάρος στο κόσμο.Πολλές φορές οι Έλληνες αμφισβητούν τα όσα κάναμε.

Τα αμφισβητούν πιο πολύ από τους ξένους.

Παράδειγμα η διεθνώς πλέον αποδεκτή θεωρία του Γερμανού ιστορικού Βάρνεγκε ότι ο Απόστολος Παύλος δεν ναυάγησε στη Μάλτα αλλά στην Κεφαλλονιά. Σε τρία μεγάλα διεθνή Συνέδρια διασημότητες της επιστήμης, της ιστορίας, και της αρχαιολογίας το επιβεβαίωσαν. Οι Έλληνες επιστήμονες το αμφισβητούν και αποφάνθηκαν: «Στη Μάλτα όχι. Στην Κεφαλλονιά ίσως».Έχω προσωπικά ζήσει ενδιαφέρουσες ιστορίες με πρόσφατους διεθνείς Κεφαλλονίτες παντός καιρού και ιδιότητας.

Ο αείμνηστος Πρόεδρος Ευάγγελος Αβέρωφ μου διηγήθηκε - και το κατέγραψα στο μαγνητόφωνο - τη συνάντηση που είχε με τον Καραμανλή στα 1959, όταν επισκέφθηκαν στο νησί Μπριόνι τον στρατάρχη Τίτο και τον επί των Εξωτερικών Υπουργόν του, τον Κότσα Πόποβιτς. Πάνω στη κουβέντα αποκαλύφθηκε ότι ο Πόποβιτς ήταν Κεφαλλονίτης τρίτης γενιάς και το διηγείτο με υπερηφάνεια!

Πολλοί μιλάνε για τον Κεφαλλονίτη Αντιβασιλέα του Σιάμ -δηλαδή της σημερινής Ταϊλάνδης- που υπέστη την καταστροφή από το τσουνάμι.

Τον Κωνσταντίνο Γεράκη που, όπως αναφέρει ο βιογράφος του, «ο πατήρ αυτού δωδεκαετή μόλις εξαπέστειλεν της νήσου λόγω του κακότροπου χαρακτήρος του».

Πέρασε μούτσος για δεκαετίες πάνω σε σαπιοκάραβα για να ναυαγήσει το 1680 στο Σιάμ.

Μέσα σε λίγα χρόνια έγινε ο Αντιβασιλέας της χώρας, παντοδύναμος, αλλάζοντας την πολιτική, οικονομική και κοινωνική ζωή της νότιο-ανατολικής Ασίας.

Το 1991 ως Πρόεδρος του Ερυθρού Σταυρού ζήτησα από τους συνοδούς μου Τούρκους σε επίσκεψη στο παλάτι της Πόλης Ντολμά Μπαξέ να συναντήσω μια πριγκίπισσα της Ταϊλάνδης που επισκεφτόταν κι αυτή το Μουσείο. Ακουσαν άφωνοι οι Τούρκοι, όπως τους είπα, ότι είμαστε συγγενείς με την πριγκίπισσα! Στη συνάντηση ο Ταϊλανδός Πρέσβης στην Άγκυρα όταν άκουσε ότι κατάγομαι από την Κεφαλλονιά της εξήγησε ότι είμαι πατριώτης του Γεράκη. Ακολούθησαν θερμοί εναγκαλισμοί. Με τους Τούρκους να μη πιστεύουν στα μάτια τους!

Το 1990 όταν με οδηγίες του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού πήγα στις πρώην Σοβιετικές Ανατολικές χώρες για να προσφέρω βοήθεια σε τρόφιμα, ρουχισμό και φάρμακα, ο τότε Πρέσβης στη Σόφια Γιώργος Χριστογιάννης μου οργάνωσε μια μικρή δεξίωση για να γνωρίσω τη νέα πολιτική ηγεσία της Βουλγαρίας, ανάμεσά τους κι έναν ασπρομάλλη που ήταν ο Πρόεδρος της Βουλής. Τον πλησίασα και τον ρώτησα στα Ελληνικά: «Κύριε Πρόεδρε πως από το Ληξούρι αράξατε στο Προεδρείο της Βουλής της Βουλγαρίας»; Επρόκειτο για το Νικολάϊ Τοντόρωφ γνωστό ελληνιστή, ιστορικό, έναν από τους σοφούς της γειτονικής χώρας, που μου διηγήθηκε την ιστορία της οικογένειας. Μάλιστα, στο Λαογραφικό Μουσείο του Αργοστολίου βρίσκεται η προτομή της προγιαγιάς του.

Η πιο περίεργη συνάντησή μου έγινε το 1963 στην οχυρωμένη τότε σαν αστακό από τους Ισραηλινούς, απέναντι από τη λωρίδα της Γάζας, περιοχή. Συνάντησα το σκληρό συνταγματάρχη Διοικητή Σαμουήλ Αρέφ που δεν ήταν άλλος από το Σπύρο Ευαγγελάτο από το Ληξούρι της Κεφαλλονιάς! Έφθασε εκεί ύστερα από μια περιπετειώδη ζωή. Το αντάρτικο του ΕΛΑΣ, στα συρματοπλέγματα της Αιγύπτου, τη συμμετοχή του στην ανατίναξη του Αρχηγείου των Βρετανών του ξενοδοχείου King David το 1946 στα Ιεροσόλυμα.

Το 1972 γνώρισα στη Κένυα το Μητροπολίτη Ανατολικής Αφρικής και πάσης Ζούγκλας Νικόδημο που ήταν ... το γειτονόπουλό μου στο Αργοστόλι το γιο του «μπάρμπα» που είχε ταβέρνα κοντά στο σπίτι μας. Του υποσχέθηκα μια ολόσωμη εικόνα του Αγίου Γερασίμου για να την τοποθετήσει σε μια μικρή εκκλησία συμβολικά μέσα στη ζούγκλα όπου βάφτιζε αράδα τους μαύρους στο Χριστιανισμό. Συμβουλεύτικα τον τότε Ακαδημαϊκό και Καθηγητή Αμίλκα Αλιβιζάτο και έστειλα την εικόνα. Φαίνεται όμως ότι ο Νικόδημος τούς είχε πείσει πολύ για την αγιοσύνη της εικόνας. Κάποια μέρα οι Μάο- Μάο της περιοχής την έκοψαν σε κομματάκια και την έφαγαν!

Στα 1988 έφθασε στην Αθήνα μια επίσημη ουγγρική αποστολή και προσκλήθηκα στο δείπνο. Με προειδοποίησαν ότι τους Υπουργούς συνοδεύει, όπως σ' όλα τα ταξίδια, ο εκπρόσωπος του Κ.Κ. Ουγγαρίας ένας σκληρός κομμουνιστής ο Εντρέ Μπουντάι. Με τη χειραψία που έκανε με ρώτησε σε άψογα Κεφαλλονίτικα «Από 'κειό πίσω είσαι και συ αφέντη μου»; Ήταν ο Ευάγγελος Μπενάτος από χωριό του Ληξουρίου που έφθασε στα ανώτατα αξιώματα της χώρας ύστερα από σπουδές σε κομματικές ακαδημίες και πανεπιστήμια. Γίναμε φίλοι.

Στα 1976 με μια κοινοβουλευτική αποστολή στο Λονδίνο και στη δεξίωση που μας παρέθεσαν ζήτησα να γνωρίσω ένα σπουδαίο ρήτορα του αγγλικού κοινοβουλίου και διάσημο συγγραφέα: τον Σαιν Τζων Στίβας. Ήταν ο γιος του Σπύρου, αδελφού του Γερασιμάκη Στίβα, Προέδρου του Εμπορικού Επιμελητηρίου στο Αργοστόλι. Μια λαμπρή προσωπικότητα της αγγλικής κοινωνίας που διετέλεσε και Υπουργός της Θάτσερ και παραμένει πάντα ειδικός Νομικός Σύμβουλος της Βρετανικής Αυλής.

Πέρυσι ο φίλος μου πρώην Πρέσβης της Ρωσίας στην Αθήνα Μπορτσιάνικωφ μου τηλεφώνησε ένα πρωινό: «Είχατε κάποια συγγένεια με έναν Γκεράσιμο Παπαντάτος που τώρα από τα ρωσικά αρχεία που άνοιξαν φαίνεται ότι ήταν ο δάσκαλος και καθοδηγητής του φοβερού Ρασπούτιν στην τέχνη της μαγείας και του υπνωτισμού»;Το -άτος του προκάλεσε το ερώτημα.Πολλοί εντοπίζουν την καταγωγή μας από την κατάληξη του επιθέτου μας σε -άτος αν και δεν χαρακτηρίζει όλους τους Κεφαλλονίτες. Εγώ το επιβεβαιώνω διευκρινίζοντας ότι όλα τα εις -άτος κατάγονται από την Κεφαλλονιά εκτός του Πιλάτος που λέγεται ότι ήταν Πόντιος.

Τις σκέψεις αυτές μας έφερε απόψε η συγκέντρωση για τα 100 χρόνια της Κεφαλληνιακής Αδελφότητας Αθηνών του Κεντρικού Σωματείου των 40 περίπου Κεφαλληνιακών άλλων Οργανώσεων που λειτουργούν μόνο στο νομό Αττικής.

Τον Οκτώβριο του 1905 μια ομάδα Καθηγητών του Πανεπιστημίου Αθηνών, επιστημόνων και εμπόρων Κεφαλλήνων απεφάσισαν την ίδρυση της Κεφαλληνιακής Αδελφότητος Αθηνών, το Καταστατικό της οποίας εγκρίθηκε από το Πρωτοδικείο αρχές του 1906. Πρώτος πρόεδρος του Δ. Συμβουλίου εξελέγη ο Αλκιβιάδης Κρασάς Καθηγητής Πανεπιστημίου…..Τότε που η Κεφαλλονιά θαυμαζόταν για τα πλούσια καπετανοχώρια της, τα θαυμαστά ιδρύματα των Βαλλιάνων, των Κοργιαλένιων, για τους σκυθρωπούς και τσιγκούνηδες Αργοστολιώτες και τους εύθυμους και γλεντζέδες Ληξουριώτες.

Τότε που ο ποιητής Γεώργιος Μολφέτας έγραψε για την πρωτεύουσα του νησιού. Ωραία πόλις, με λαμπράς οικοδομάς και δρόμους μ'άνθη και δένδρα μύρια γεμάτη ουρητήρια γεμάτη κληρονόμους Κόσμος με μούτρα κατηφή που σπάνια γελάει που δεν του καίγεται καρφί ο κόσμος να χαλάει. Έχει κυρίας σοβαράς και Νύμφες συμπεριφοράς πολύ λεπτεπίλεπτου πλουσίους που φιλοσοφούν επί του μονόλεπτου Ένα ζευγάρι θέατρα, πολύτιμον Μουσείον Νοσοκομεία τέλεια, αντί εργοστασίων Ανθώνας και διάφορα καλωπισμένα μέρη ηλεκτρικό που καίγεται για κόσμο χασομέρη. Ήταν η ωραία εποχή της Κεφαλλονιάς και του Αργοστολίου. Ύστερα ήρθε η 12η Αυγούστου 1953. Μια απόλυτη καταστροφή. Ο σεισμός εξαφάνισε τα πάντα. Εκκλησίες, Ιδρύματα, σπίτια. Κόπους αιώνων. Τότε ήταν που ένας άλλος Κεφαλλονίτης ποιητής, ο Ανδρέας Μοθωνιός θα γράψει στίχους ελπίδας και αισιοδοξίας. Η ανάστατη του νησιού είναι το καύχημα του σημερινού Κεφαλλονίτη. Εγραψε ο Μοθωνιός:... θαρθούνε μέρες Λαμπρής που θα στολίσεις τις εκκλησίες με αρμπαρόριζα και μυρσίνες που θα γιομίσεις τους λόγγους με μπαϊράκια και σήμαντρα φτάνει να' ρθει το ναυτόπουλο με μια γραβάτα πολύχρωμη μ' ένα ρολόι ολόχρυσο μ' ένα ακριβόν αρραβώνα και να λακίσουν οι πέρδικες απ' τις πλαγές του Αίνουνα φέρουνε στεφάνια αγράμπελης ν' αστράψει από τις ντουφεκιές της Λειβαθώς ο κάμπος την ώρα που θα σβήνει την πικράδα του ο γαμπρός στον κρυσταλλένιο κόρφο της Ελένης.

Γι' αυτόν τον απίστευτο άθλο της Αναστάσεως του νησιού οφείλω να δεχθώ ότι ο Κεφαλλονίτης είναι το κάτι άλλο.    

Τρίτη 13 Μαΐου 2008

ΠΩΣ ΒΥΘΙΣΤΗΚΕ ΤΟ«Βασίλειος Δεστούνης» Η περιπέτεια του πολέμου.

ΜΩΡΑΙΤΗΣ ΓΕΡΑΣΙΜΟΣ

«Θα σου γράψω πως έτυχε και μπαρκάρισα . Έχω γεννηθεί το 1920. Το 1938 έτυχε να έρθει στο χωριό ο καπετάν Παναγής ο Πανάς. Το έμαθα, επήγα σπίτι του και τον βρήκα. Όταν με είδε με ρώτησε, τι θέλω. Ξέρω ότι έχεις , ένα βαπόρι, το «Βασίλειος Δεστούνης» και θέλω αν είναι εύκολο να με πάρεις. Μου είπε, σε δύο μέρες θα πας στο γραφείο και θα σε στείλουν στη Χαλκίδα.

Επήγα στο βαπόρι δίχως να ξέρω τι δουλειά θα πιάσω.

Όλο το πλήρωμα κοιμότανε στη πλώρη. Δεξιά οι ναύτες και αριστερά οι θερμαστολαδάδες. Η κατάσταση δραματική. Όταν έβαλα τα ρούχα μου , επήγα στον καπετάνιο και του έδωσα το γράμμα από τον καπετάνιο (εννοεί τον κ.Πανά). Και μου λέει , θα πας καρβουνιάρης και όταν αδειάσει θέση θα σε βάλλω στην κουβέρτα. Στη μηχανή ο καρβουνιάρης έκανε 6ωρίες. Εφύγαμε από την Χαλκίδα και επήγαμε για Αργεντίνα, για να φορτώσουμε στάρι για Ευρώπη. Εν τω μεταξύ είχε κηρυχτεί ο πόλεμος που εγυρίζαμε στην Ευρώπη. Όταν εφτάσαμε ανάμεσα Φινιστέρι και Ούζαντ, παρουσιάστηκε ένα υποβρύχιο με Γερμανική σημαία. Εσταματήσαμε γιατί το υποβρύχιο ερχότανε κατ’επάνω μας. Όταν έφτασε κοντά , εδιπλάρωσε και εκατέβηκε ο καπετάνιος στο υποβρύχιο με τα χαρτιά του βαποριού, τα διαβάσανε και είπανε στον καπετάνιο : Στο άλλο ταξίδι θα σας βουλιάξουμε. Επήγαμε στην Ευρώπη. Ξεφορτώσαμε , επήγαμε πάλι στην Αργεντίνα και εφορτώσαμε πάλι για Ευρώπη. Όταν εφθάσαμε ανάμεσα Φινιστέρο και Ούζαντ, παρουσιάστηκαν δυο αεροπλάνα ανιχνευτικά και μας πέταξαν τρείς φωτοβολίδες , να εγκαταλείψουμε το παπόρι.

Το εγκαταλείψαμε, εκατεβήκαμε στις βάρκες. Μετά άρχισαν και έριχναν βόμβες. Το βαπόρι είχε πάρει κλίση, αλλά δεν βούλιαξε. Όπως μάθαμε αργότερα το βρήκανε Ισπανοί και πήρανε το μισό.

Όταν εμείς μπήκαμε στις βάρκες εμοιράστηκε το πλήρωμα. Ο καπετάνιος επήγε με τον Πρώτο Μηχανικό. Και στην άλλη ο Υπολοίαρχος με τον δεύτερο μηχανικό και το υπόλοιπο πλήρωμα στις δυο βάρκες. Μπαίνοντας στις βάρκες το βράδυ χαθήκαμε. Όταν εξημέρωσε είδαμε μακριά ένα καΐκι. Επήγαμε προς τα επάνω του. Εσταμάτησε και μας πήρε. Επήγαινε για Μπορντώ και επήγαμε εκεί. Βρήκαμε και την άλλη βάρκα εκεί. Μας επήγαν σε ένα ξενοδοχείο και μείναμε ένα βράδυ και το πρωί μας έστειλαν στη Μασσαλία.

Ξέχασα να γράψω ο καπετάνιος και ο Υποπλοίαρχος αδέλφια από την Κύμη. Από Κεφαλονιά , ο Πρώτος Μηχανικός ο Σωκράτης Αυγερινός. Θερμαστής από Λακύθρα, ο Διονύσης Μιχαλιτσιάνος. Από Σπαρτιά ο Γεράσιμος Λιοσάτος θερμαστής και Γεράσιμος Μωραΐτης , καρβουνιέρης.

Όταν φθάσαμε στη Μασσαλία , πήγαμε στο Προξενείο. Μας έδωσε μερικά λεφτά. Δεν ήταν αρκετά. Για ύπνο βρίσκαμε σε σπίτια. Εκαθήσαμε πολύ καιρό, περίπου δύο μήνες. Είμαστε πολλοί από βαπόρια, διάφορες λατσιόνες. Είχανε έρθει δυο Γιουγκοσλάβικα βαπόρια. Τα βαπόρια θα γύριζαν πάλι στη Γιουγκοσλαβία, λοιπό το Προξενείο είχε κανονίσει με τον καπετάνιο του βαποριού να πάρει όλους τους Αξιωματικούς. Το ακούμε, το πρωί θα έφευγε. Το μάθαμε και κατά τις 10 το βράδυ επήγαμε όλοι μέσα στο βαπόρι. Και έτσι δεν μπόρεσε ο Πρόξενος να κάμει τίποτε. Και έτσι ήρθαμε στη Γιουγκοσλαβία . Μείναμε ένα βράδυ εκεί. Επήγαμε και εφάγαμε και το πρωί φύγαμε για Ελλάδα με το τρένο.

Αυτή ήτανε η περιπέτεια του πολέμου.

Γεράσιμος Μωραΐτης , Σπαρτιά

Πέμπτη 20 Μαρτίου 2008

Η Ναυμαχία των Σπετσών

Η Ναυμαχία των Σπετσών
(8 Ιουλίου 1822)
Στις 8 Σεπτεμβρίου 1822 ο τουρκικός στόλος, προερχόμενος από τη Μονεμβασία, κίνησε προς ανεφοδιασμό του Παλαμηδίου στο Ναύπλιο, το οποίο πολιορκούσαν από στεριάς δυνάμεις του Αλεξάνδρου Υψηλάντου και από θαλάσσης δυνάμεις της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας. Φθάνοντας στον χώρο ανάμεσα στο Τρίκερι και τη Σπετσοπούλα, οι τουρκικές δυνάμεις βρέθηκαν αντιμέτωπες με τον στόλο των τριών ηρωϊκών νησιών της Ελλάδος, των Σπετσών, της Ύδρας και των Ψαρών. Ο ναύαρχος του ελληνικού στόλου, Ανδρέας Μιαούλης, έδωσε διαταγή να κινηθεί ο ελληνικός στόλος προς το εσωτερικό του Αργολικού Κόλπου, για να εγκλωβίσει εκεί τους πολυαριθμότερους και καλύτερα εξοπλισμένους Τούρκους.
Προκειμένου, όμως, να αφήσουν τις Σπέτσες ανυπεράσπιστες στο έλεος των Τούρκων, οι Σπετσιώτες πλοίαρχοι Ι. Τσούρπας, Δ. Λάμπορυ (ή Λεωνίδας) και Ι. Κούτσης, καθώς και ο Υδραίος Α. Κριεζής, αγνόησαν το σήμα του Μιαούλη και επετέθησαν εναντίον των Τούρκων. Η σφοδρότητα της ναυμαχίας έκανε το έδαφος να σείεται στην Ύδρα, από όπου όσοι παρακολουθούσαν τα γεγονότα έβλεπαν τόσο καπνό που νόμιζαν ότι οι Σπέτσες καίγονται.
Μέσα σ' αυτή την αναταραχή και αντάρα, ο Σπετσιώτης πυρπολητής Κοσμάς Μπαρμπάτσης (1792-1887), αψηφώντας τα κανόνια, τη φωτιά και τον καπνό, ώρμησε με το πυρπολικό του στο κέντρο του τουρκικού σχηματισμού, κατορθώνοντας να φθάσει στη ναυαρχίδα των εχθρών, στην οποία βάζει φωτιά. Η τουρκική ναυαρχίδα καίγεται και βουλιάζει --σύμφωνα με την παράδοση μπροστά στο λιμάνι. Η ενέργεια του Μπαρμπάτση ήταν καθοριστική για την έκβαση της ναυμαχίας, και ο τουρκικός στόλος υποχώρησε άπρακτος, με αποτέλεσμα το Ναύπλιο να πέσει 2½ μήνες αργότερα.

ΓΙΑΤΙ ΖΟΥΜΕ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ""Το ξέρω ναύαρχε ,μα εγώ είμαι ήδη πεθαμένος άνθρωπος "

Τον Ιούνιο 1822, αφού ο ελληνικός στόλος, στον οποίο συμμετείχε δεν κατάφερε να σώσει τη ΧΙΟ από τις τρομερές τουρκικές σφαγές, ο Κανάρης ανέλαβε να βάλει μπουρλότο στην τουρκική ναυαρχίδα του Καπετάν Πασά , την επικεφαλής του στόλου που έκαψε το νησί. Την επιχείρηση θα εκτελούσαν τα πυρπολικά του Κανάρη και του Πιπινου Στο εγχείρημα βοήθησαν δύο παράγοντες: αφενός ότι η νύχτα ήταν πολύ σκοτεινή καθώς δεν είχε φεγγάρι και αφετέρου ότι στο κατάφωτο κατάστρωμα της ναυαρχίδας οι Τούρκοι, κάπου δυό χιλιάδες, γιόρταζαν το μπαιραμι κι έτσι τα μέτρα φρούρησης ήταν ελλιπή. Η φωτιά απ' το μπουρλότο μεταδόθηκε ταχύτατα στο καράβι. Πριν προλάβουν να απομακρυνθούν απ' αυτό οι πρώτες σωστικές λέμβοι, η φωτιά έφτασε στην πυριτιδαποθήκη, η οποία ανατινάχθηκε. Ως αποτέλεσμα, τα θύματα ήταν πάρα πολλά. Μεταξύ αυτών ο ναύαρχος αξιωματικοί του και πολλοί ναύτες.
Λέγεται ότι πριν από το γεγονός αυτό και ενώ περιφερόταν στο Αιγαίο για βρει κατάλληλη ευκαιρία να πυρπολήσει τον Τούρκικο Στόλο ,συνάντησε μοίρα του Αγγλικού Στόλου που περιπολούσε στο Αιγαίο. Ο επικεφαλής Άγγλος ναύαρχος τον κάλεσε στο καράβι του να του προσφέρει γεύμα με σκοπό να δει τις προθέσεις του και κυρίως να τον αποτρέψει .Λέει λοιπόν στον ΚΑΝΑΡΗ "καπετάνιο τι πας να κάνεις ,πριν πλησιάσεις θα σε βουλιάξουν ,έχουν τόσα κανόνα ,τόσα τουφέκια " Απάντηση του Κανάρη "Το ξέρω ναύαρχε ,μα εγώ είμαι ήδη πεθαμένος άνθρωπος "

ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΟΝ ΝΑΥΑΡΧΟ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟ ΚΑΝΑΡΗ

Kανάρης


Βαλαωρίτης Aριστοτέλης
Εκτύπωση
Tη νύχτα που παράδερνες μ' ένα δαυλί 'ς το χέρι
K' εσπιθοβόλεις κεραυνούς κ' έφεγγες σαν αστέρι,
Όταν φτωχός, αγνώριστος, μικρός, χωρίς πατρίδα
Tη ματωμένη επλεύρονες, Kανάρη, ναυαρχίδα,
Aν όταν αναπήδησες με την ορμή του στύλου
Mέσα 'ς τη μαύρη τη σπηληά του Kαραλή του σκύλου,
Kανένας μάντις σώλεγε ότι θα νά 'λθη ώρα
Nα ιδής, Kανάρη, ελεύθερη τη δύστυχη τη χώρα,
Πώρευ' ετοιμοθάνατη, ― ότ' ήθελες φωτίσει
M' αυτό τ' αστροπελέκι σου Aνατολή και Δύση,
Ότι θα γένης ζωντανή του Γένους σου σημαία,
Ότι θα πας μακρά μακρά να φέρης βασιλέα,
Kαι χίλια δαφνοστέφανα ο κόσμος θα να βάλη,
Kανάρη, 'ς τ' απροσκύνητο καθάριο σου κεφάλι,
Ότι πριν πέσης κατά γης θα σου δοθή κ' η χάρη
Nα ιδής να λάμψη ανέλπιστο, παρήγορο δοξάρι
Όπου εβασίλευε παληό, κατάπυκνο σκοτάδι,
Ότ' ένα Γένος σύψυχο του λάκκου σου τον άδη
Θα εδρόσιζε με κλάμματα, οπού θα ν' αναβράνε
Mέσ' απ' τα φυλλοκάρδια του κι' αθάνατα θα νά 'ναι,
Ότι θα σκύψη ξέσκεπος εμπρός 'ς τα λείψανά σου
Nα σε φιλήση εγκαρδιακά, Kανάρη, ο Bασιλειάς σου, ―
Aν ένας μάντις τά 'λεγε ποιός ήθε' τον πιστέψει;…
Mόνος εσύ, πού γνώριζες ότ' είχανε φυτέψει
Bαθειά, βαθειά 'ς τα σπλάχνα σου τα χέρια του Θεού σου
Bοτάνι παντοδύναμο, τροφή του κεραυνού σου,
Tην πίστη την ακλόνητη 'ς του έθνους σου την τύχη…
Aυτή, Kανάρη, σώβαψε τον σιδερένιον πήχυ
K' έδωσε 'ς το καράβι σου χίλια φτερά να τρέχη…
Σήμερα ποιός την έχει;

Aχ! δεν το πίστευα ποτέ!… Πέρυσι σ' είδ' ακόμα
Συγνεφιασμένον, κάτασπρον 'ς το φτωχικό σου στρώμα
Σαν κοιμισμένη θάλασσα 'ςε ταπεινό ακρογιάλι
Όπ' ονειρεύεται κρυφά καμμιάν ανεμοζάλη
Για να μουγγρίση φοβερά… και σήμερα κουφάρι!…
Έγυρα τότ' εφίλησα τ' ανδρεία σου, Kανάρη,
Tα λιοκαμμένα δάχτυλα κ' ένοιωσα κάθε ρώγα,
Πώβραζε μέσα κ' έλαμπε με την παληά σου φλόγα.
Έτρεμα εμπρός σου, εδάκρυζα, μώδωκες την ευχή σου,
Mου τίμησες το μέτωπο μ' ένα θερμό φιλί σου
Kαι μού 'πες, λειονταρόκαρδε, ―«Mην κλαις, δε θα πεθάνω,
Πριν ξανανειώσω μια φορά και πριν να ξεθυμάνω».

Kι' απέθανες! κ' εσβύστηκες!… Tα ριζιμιά, οι βράχοι
Δε σκιάζονται γεράματα και 'ς του βουνού τη ράχη
Oλόρθο μένει, ακλόνητο, χιλιόχρονο πρινάρι
Kαι μάχεται με τα στοιχειά… Kαι συ και συ, Kανάρη,
Πού 'λθες 'ς τη γη θεόχτιστος κι' όπ' όταν εθεωρούσε
Tο χιόνι 'ς το κεφάλι σου κανείς π' ασπροβολούσε,
Eπίστευεν ότ' έβλεπε τον Όλυμπο εμπροστά του
Mε την αθανασία του, με την παλληκαριά του,
Eσύ σωριάζεσαι με μιας;… Mέσα 'ς τα χώματά σου
Θα καταπιάση ηφαίστειο ή θα σβυστή η φωτιά σου;…

Kατάρ' ακατανόητη, άσπλαχνη, μαύρη μοίρα
Nά 'ν' οι νεκροί μας άφθαρτοι, νά 'ν' η ζωή μας στείρα.


(από το Ένας Pομαντικός, Eρμής 1998)

Το ταξίδι της ζωής μου

ΑΠΟ ΚΑΡΔΙΑΣ  Το ταξίδι της ζωής μου έχει την αντιστοιχία του στο ταξίδι του Οδυσσέα; ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΙΝΑΙ Συναντησα μονόφθαλμους γίγαντες, παλεψα...